EPIKEFALIDA2020


Αθήνα, 17 Ιανουαρίου 2021

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Σπήλιος Λιβανός: «Είμαστε στο πλευρό των αγροτών κατά τη διάρκεια της κρίσης και θα παραμείνουμε και μετά από αυτήν»

Η ανάδειξη του κεντρικού ρόλου που κατέχει ο αγρότης στην ελληνική οικονομία και κοινωνία και η εξασφάλιση της θέσης που αξίζει η σκληρή του εργασία, αποτελεί μόνιμο μέλημα της νέας ηγεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως επισημαίνει ο υπουργός κ. Σπήλιος Λιβανός σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» και τον δημοσιογράφο Κώστα Παπαχλιμίντζο.

«Το επόμενο διάστημα θα λάβουμε σημαντικές στρατηγικές αποφάσεις που θα δεσμεύσουν πόρους και θα καθορίσουν την εξέλιξη των κλάδων της αγροδιατροφής την επόμενη δεκαετία. Μόνιμο μέλημα της νέας ηγεσίας του Υπουργείου θα είναι να καταστήσει σαφές στο σύνολο της κοινωνίας, το αυτονόητο για μένα, ότι ο αγρότης κατέχει κεντρικό ρόλο στην ελληνική οικονομία και κοινωνία και να του εξασφαλίσει τη θέση που αξίζει η σκληρή του εργασία», τονίζει ο κ. Λιβανός.

Ο κ. Λιβανός  υπογραμμίζει την κρισιμότητα της συγκυρίας και την πρώτιστη  προτεραιότητα της στήριξης του συνόλου του αγροτικού κόσμου της χώρας, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με τις επιπτώσεις της πανδημίας, κυρίως με τη μη απορρόφηση μεγάλου τμήματος των εγχώριων αγροκτηνοτροφικών προϊόντων. «Είμαστε στο πλευρό τους κατά τη διάρκεια της κρίσης και θα παραμείνουμε και μετά από αυτή» και τόνισε ότι: «Το ΥΠΑΑΤ έχει μεριμνήσει εγκαίρως και έχει λάβει μια σειρά μέτρων στήριξης των αγροτών μας.  Από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους έχουν εγκριθεί πάνω από 400 εκατ. ευρώ και ήδη έχουν εκταμιευθεί περί τα 270 εκατ. ευρώ».

 Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επισημαίνει ότι προγραμματικός στόχος του υπουργείου είναι η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός του πρωτογενούς τομέα.  «Οι οδηγίες μου στις αρμόδιες υπηρεσίες είναι να κινηθούμε με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα. Άλλωστε προγραμματικός μας στόχος είναι η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός του πρωτογενούς τομέα. Διαχρονικές αδυναμίες που αυξάνουν το κόστος παραγωγής και σπαταλούν πόρους, όπως η μη αξιοποίηση της τεχνολογίας, των αυτοματισμών και των δυνατοτήτων της ευφυούς γεωργίας, η μικρή οικονομική κλίμακα παραγωγής, η ελλιπής συμβουλευτική υποστήριξη των παραγωγών, συνδυάζονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τις νέες οικολογικές απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και επιβάλλουν καθολικές αλλαγές, αναθεώρηση πρακτικών και επενδύσεις στη δημιουργία νέων υποδομών», υπογραμμίζει ο κ. Λιβανός.

Σε ερώτηση  για το ενδιαφέρον των επιχειρηματιών του εξωτερικού στον αγροδιατροφικό τομέα, ο  κ. Λιβανός  τονίζει ότι η  μοναδικότητα των ελληνικών προϊόντων αναγνωρίζεται διεθνώς,  η πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης αλλά και πριν από αυτή, ενίσχυσε το κύρος και την αξιοπιστία της χώρας μας και οι επενδυτές γνωρίζουν ότι μπορούν να επενδύσουν με ασφάλεια στην Ελλάδα.

Σε άλλη ερώτηση, για τη Μεσογειακή διατροφή, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης επισημαίνει ότι στην κορυφή της  είναι η ελληνική διατροφή, η οποία από μόνη της αποτελεί ξεχωριστό brand. «Προτεραιότητά μας είναι να αξιοποιήσουμε αυτό το brand και να το προβάλλουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο παγκοσμίως. Ο διεθνής ανταγωνισμός στην αγροδιατροφή είναι πιο έντονος από ποτέ. Τα προϊόντα χαμηλού κόστους, εισαγόμενα τα περισσότερα, λαμβάνουν και στη χώρα μας τη μερίδα του λέοντος σε πολλές κατηγορίες τροφίμων που καταναλώνουμε. Σε αυτό το σύνθετο πλαίσιο, η ελληνική πρωτογενής παραγωγή επιβάλλεται να κάνει το μεγάλο βήμα, από το παρελθόν στο μέλλον! Η τώρα ή ποτέ!», σημειώνει

Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση εάν πρέπει να δοθούν κίνητρα για συμμετοχή σε συνεργατικά σχήματα και συνεταιρισμούς τονίζει ότι οι μικρές σε έκταση εκμεταλλεύσεις στη χώρα μας έχουν σχέση με την γεωγραφία και την οικογενειακή παράδοση. «Η κυβέρνησή μας  ενισχύει κι ευνοεί τη λειτουργία του υγιούς συνεταιριστικού κινήματος και για το λόγο αυτό ο προηγούμενος υπουργός κ. Βορίδης προχώρησε σε νέα νομοθεσία για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, που δίνει ευελιξία στις διοικήσεις τους, αλλά και τη δυνατότητα εισαγωγής ιδιωτών επενδυτών».