ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
Αθήνα, 15 Σεπτεμβρίου 2013
Ομιλία
Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
κ. Μάξιμου Χαρακόπουλου
στις επίσημες εκδηλώσεις για την Ημέρα Εθνικής Μνήμης
της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας
«Μακαριώτατε,
κύριε Αντιπρόεδρε της Βουλής,
εκπρόσωποι των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών,
εκπρόσωποι των προσφυγικών σωματείων,
κυρίες και κύριοι,
Προσερχόμαστε σήμερα, με αισθήματα ευλάβειας και βαθιάς συγκίνησης, για να τιμήσουμε τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα μιας επαχθούς και προσχεδιασμένης εγκληματικής πράξεως εναντίον του μικρασιατικού ελληνισμού.
Η σφαγή του ελληνικού, και εν γένει χριστιανικού, στοιχείου στα εδάφη της ακμαίας οικονομικά, πολιτιστικά και πνευματικά, Ιωνικής γης, η εκδίωξή του από τα πάτρια εδάφη της Μικράς Ασίας, όπου για αιώνες δημιούργησε, πρόκοψε και στάθηκε στους προμαχώνες του παγκόσμιου πολιτισμού, δεν συνιστούν συνήθη ιστορικά γεγονότα.
Κι αυτό όχι μόνον εξαιτίας του μεγέθους της ανθρώπινης τραγωδίας, που προκάλεσε η εκδικητική μανία του κεμαλικού στρατού εναντίον του συνόλου του πληθυσμού -ανεξαρτήτως φύλου, φυσικής κατάστασης και ηλικίας.
Αλλά επίσης, και κυρίως, διότι, εν ριπή οφθαλμού, συντελέστηκε ριζική και ανεπανόρθωτη αλλοίωση του εθνικού, θρησκευτικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος της καθ’ ημάς Ανατολής. Αλλοίωση που προήλθε από τη διαδοχή γενοκτονικών διώξεων, και που θύματά τους υπήρξαν οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι, ο Ποντιακός και Μικρασιατικός Ελληνισμός.
Παρά τις προφάσεις εν αμαρτίαις, που ενίοτε προβάλλονται από την Τουρκία, η οποία εξακολουθεί να αρνείται να δει ξεκάθαρα το παρελθόν της, όσα συνέβησαν τα δραματικά αυτά χρόνια δεν έγιναν ούτε αυθόρμητα ούτε χωρίς σχέδιο.
Όπως σημείωνε σε αναφορά του στο Στέιτ Ντιπάρντμεντ ο Τζωρτζ Χόρτον, Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη την περίοδο της μικρασιατικής καταστροφής, «όλες οι σφαγές που έχουν γίνει στην ιστορία του τουρκικού λαού σε βάρος πληθυσμών, διατάσσονταν πάντα από ανώτερες αρχές και δεν αποτελούσαν πρωτοβουλία κατώτερων αξιωματικών ή αυθόρμητες βιαιότητες του όχλου».
Και συνέχιζε «όποιος πιστεύει ότι οι δυνάμεις του Μουσταφά Κεμάλ διέπραξαν τα προαναφερόμενα εγκλήματα στη Σμύρνη ξεφεύγοντας από τον έλεγχο του ηγέτη τους και ότι ο ίδιος τις χαλιναγώγησε αμέσως μόλις ανέκτησε τον έλεγχο της κατάστασης, δεν έχει ιδέα από τουρκική ιστορία και από τον τρόπο που λειτουργεί η Εγγύς Ανατολή».
Και, δυστυχώς, σ’ αυτήν την αποτρόπαιη πολιτική εκκαθάρισης των «αλλοπίστων», που στόχο είχε εξαρχής ένα κράτος «καθαρά» τουρκικό, οι δυνάμεις της, πολιτισμένης, Δύσης έπαιξαν ρόλο Ποντίου Πιλάτου.
Χωρίς καμία διάθεση να αποσιωπήσω τις δικές μας, τεράστιες, ευθύνες ως προς το τραγικό αποτέλεσμα της μικρασιατικής εκστρατείας, ευθύνες που είχαν πάντοτε την αιτία τους στην αρνητική ροπή μας προς την εσωτερική έριδα -και που δυστυχέστατα μας συνοδεύει μέχρι σήμερα- ο χριστιανικός κόσμος της Δύσης δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων.
Όπως έγραψε ο μέγας ιεράρχης και πατριώτης, ο από Τραπεζούντος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Χρύσανθος, στο βιβλίο του «Η Εκκλησία της Τραπεζούντος»:
«Τη ενόχω συνεργία δύο μεγάλων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως, της Γερμανίας και της Αυστρίας κατά τα έτη 1914-1918 εσφάγη υπό των Νεοτούρκων ολόκληρον έθνος τό Αρμενικόν […].
Τη ενόχῳ συνεργίᾳ των συμμάχων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως κατά τα έτη 1919-1922 το εθνικόν κίνημα των Τούρκων του Μουσταφά Κεμάλ-πασά συνεπλήρωσε το έργον των Νεοτούρκων καί κατά εκατοντάδας απηγχονίζοντο Έλληνες κληρικοί και πρόκριτοι του Πόντου […].
Και επήλθε κατά Αύγουστον του 1922 η Μικρασιατική καταστροφή και επηκολούθησεν εν έτει 1923 η ανταλλαγή των πληθυσμών και η εντεύθεν ερήμωσις Πόντου, Μικράς Ασίας και Θράκης και η καταστροφή ολοκλήρου χριστιανικού πολιτισμού»
Και αναφέρω αυτό το σημείο, διότι ακούγεται τραγικά επίκαιρο σήμερα αν αναλογιστούμε τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στην Μέση Ανατολή. Εκεί όπου ο χριστιανισμός, εν μέσω αντιμαχόμενων δυνάμεων, κινδυνεύει, έπειτα από δισχιλιετή συνεχή παρουσία, να χαθεί δια παντός. Με την ανοχή, δυστυχώς, και αυτή τη φορά των μεγάλων δυνάμεων.
Οι οποίες σιωπούσαν κι όταν η χριστιανική παρουσία μειωνόταν στα όρια της εξαφάνισης στην ίδια την Τουρκία, κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν τη μικρασιατική καταστροφή.
Όταν με απόλυτη περιφρόνηση στα ανθρώπινα δικαιώματα, με πολιτικές διακρίσεων ακόμη και βίαιης καταστολής εκ μέρους του τουρκικού κράτους, ο χριστιανικός πληθυσμός -Έλληνες, Αρμένιοι, Συρορθόδοξοι, Ελληνορθόδοξοι Σύριοι- στην Κωνσταντινούπολη, μετά τα Σεπτεμβριανά του ’55, στην ίμβρο, στη Τένεδο, στην Νοτιοανατολική Τουρκία, εξαναγκάστηκε να μεταναστεύσει.
Το αίτημά μας, επομένως, για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας του ελληνισμού της Μικράς Ασίας, όπως και αυτής του ποντιακού Ελληνισμού, εδράζεται τόσο στην ηθική μας υποχρέωση απέναντι στη μνήμη των προγόνων μας, όσο και στην επιδίωξή μας να δημιουργήσουμε ισχυρά αναχώματα που θα αποτρέψουν την επανάληψη ενεργειών καταπάτησης των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Και σ’ αυτές τις ενέργειες συγκαταλέγουμε την συστηματική γενοκτονία ακόμη και αυτής της ιστορικής μνήμης, που τη τελευταία περίοδο παρακολουθούμε να αναβιώνει απειλητικά στη γείτονα χώρα.
Διότι, μετά την αυταρχική μετατροπή από το τουρκικό κράτος της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια της Βιθυνίας αλλά και της Αγίας Σοφίας στην Τραπεζούντα σε μουσουλμανικά τεμένη, μας έρχονται ανησυχητικά μηνύματα για την μετατροπή κι αυτής ακόμη της Αγιασοφιάς στην Πόλη σε τζαμί.
Κι αυτό, προφανώς, για να ικανοποιηθούν κάποιοι ακραίοι κύκλοι, οι οποίοι δεν δείχνουν κανένα σεβασμό ούτε στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, ούτε στην εμπέδωση των ειλικρινών σχέσεων φιλίας και συνεργασίας με την Ελλάδα και τον χριστιανικό κόσμο.
Κάποια στιγμή, όμως, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο σεβασμός στο διεθνές δίκαιο, στα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και στο ιστορικό παρελθόν δεν είναι θέμα συγκυριών και «ανατολίτικου παζαριού».
Θα πρέπει βεβαίως να επισημάνουμε και την ευχάριστη είδηση που μας έρχεται από την μαρτυρική Ίμβρο, όπου κτύπησε και πάλι το σχολικό κουδούνι έπειτα από πενήντα ολόκληρα χρόνια. Μια είδηση που γεννά αναμφίβολα αισιοδοξία και ελπίδες.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επαναλάβω και σήμερα μια παλαιότερη πρόταση, την οποία ορισμένοι βουλευτές είχαμε καταθέσει στο ελληνικό κοινοβούλιο το 2006.
Προτείναμε τότε την ενιαία αναγνώριση της γενοκτονίας τόσο του Ποντιακού όσο και του Μικρασιατικού Ελληνισμού, καθώς η πολυδιάσπαση των εκδηλώσεων μνήμης σε διαφορετικές ημερομηνίες εντέλει αποδυναμώνουν τη δυνατότητα διεθνοποίησης του αιτήματος αναγνώρισής της γενοκτονίας.
Θα προσέθετα μάλιστα σήμερα ότι, θα πρέπει να προχωρήσουμε στη συνεργασία και στο συντονισμό μας με την Αρμενία αλλά και τις ισχυρές οργανώσεις της διασποράς των Αρμενίων και των Ασσυρίων, ώστε όλοι μαζί να πετύχουμε την ενιαία αναγνώριση της γενοκτονίας των χριστιανικών λαών της Ανατολής.
Κάθε, όμως, προσπάθεια για την αναγνώριση της γενοκτονίας του ελληνισμού της Μικράς Ασίας και του Πόντου προϋποθέτει, πρώτα απ’ όλα, ενότητα.
Στρέφοντας λοιπόν, τη ματιά μας στο παρελθόν, στους επιζήσαντες της γενοκτονίας του μικρασιατικού ελληνισμού, τις 120 μυριάδες προσφύγων που με δημιουργικό πνεύμα και εργατικότητα πρόκοψαν στην Ελλάδα, αντλούμε στερεά διδάγματα. Με πίστη στις δυνάμεις μας και επιμονή, παρά τις δυσκολίες, μπορούμε να τα καταφέρουμε. Αυτό μας διδάσκει το παράδειγμα των προσφύγων».