ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Αθήνα, 25 Ιουνίου 2014
Ομιλία
του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γεώργιου Καρασμάνη
στο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου
Κυρίες και κύριοι καλησπέρα σας,
Να ευχαριστήσω το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και την Αμερικανική Γεωργική Σχολή για την πρόσκλησή τους, που μου δίνει την ευκαιρία να συνεισφέρω από το βήμα αυτό ορισμένες σκέψεις και απόψεις προς το συνέδριό σας.
Γνωρίζετε πως προέρχομαι από έναν Νομό όπου ο αγροτικός τομέας παίζει σημαντικό ρόλο στην τοπική οικονομία και κοινωνία. Έτσι, κάθε φορά που έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους που ασχολούνται άμεσα ή έμμεσα με τον πρωτογενή τομέα γίνομαι αποδέκτης μιας επίμονης ερώτησης εάν η ελληνική γεωργία, κτηνοτροφία, αλλά και η αλιεία, έχουν μέλλον και εάν μπορούν να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν στο σύγχρονο περιβάλλον. Ένα περιβάλλον, που ολοένα γίνεται πιο ανταγωνιστικό και θα έλεγα και πιο απαιτητικό.
Εάν τους απαντούσα μόνο με στοιχεία και αριθμούς για το σύνολο της ελληνικής γεωργίας, τότε μάλλον δεν θα τους έδινα πολλές νότες αισιοδοξίας. Γιατί, όπως είναι γνωστό στους περισσοτέρους, το ποσοστό συμμετοχής του παραγόμενου αγροτικού προϊόντος στο συνολικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) εμφανίζει σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία μια συνεχή πτωτική τάση μέχρι το 2008 και από εκεί και πέρα την πενταετία 2009-2013 δείχνει μια σταθεροποίηση, με πολύ ελαφρά βελτίωση, σε χαμηλά βέβαια επίπεδα, αν και είναι σαφώς υψηλότερο από το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στα 28 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ίδια ώρα το αγροτικό εισόδημα εμφανίζει μια έντονη, θα έλεγα, τάση συρρίκνωσης, με ορισμένα βέβαια σκαμπανεβάσματα, αλλά με σαφή απόκλιση από το μέσο ευρωπαϊκό αγροτικό εισόδημα.
Παρότι δεν θα ήθελα να σας κουράσω με στατιστικά στοιχεία, να σας αναφέρω μόνο πως η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία παρουσιάζει φθίνοντα ρυθμό, όπως επίσης ότι, οι κοινοτικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις εξακολουθούν και αντιπροσωπεύουν πάνω από το μισό της καθαρής προστιθέμενης αξίας της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, ενώ με την εφαρμογή της καινούργιας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής θα έχουμε και μια ελαφρά μείωσή τους σε απόλυτους αριθμούς.
Δεν πρέπει εξάλλου να διαφεύγει της προσοχής μας πως, μετά την εκτίναξή του σε δυσθεώρητα ύψη μέχρι το 2008, το έλλειμμα στο εμπορικό γεωργικό ισοζύγιο της χώρας μας εμφανίζει αισθητή συρρίκνωση, η οποία όμως κατά κύριο λόγο οφείλεται στην οικονομική κρίση και στη μείωση των εισαγωγών. Να σημειώσω εδώ ότι το σύνολο του ελλείμματος στο εμπορικό γεωργικό ισοζύγιο της χώρας έχει να κάνει με τις εμπορικές συναλλαγές με τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως της χώρες της ευρωζώνης, ενώ ως προς τις τρίτες εκτός Κοινότητας χώρες το ισοζύγιο είναι πλεονασματικό.
Όπως επίσης, «αχίλλειος πτέρνα» για την ελληνική αγροτική οικονομία και κατ΄ επέκταση για την ελλειμματικότητα του γεωργικού μας εμπορικού ισοζυγίου εξακολουθεί και παραμένει ο κτηνοτροφικό τομέας - με το κρέας και το γάλα - που ακόμα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί απόλυτα με την πολύ καλή πορεία στις εξαγωγές φρουτολαχανικών και αλιευτικών προϊόντων.
Άρα με αυτά τα αριθμητικά-στατιστικά στοιχεία η απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα θα είχε μάλλον μια δυσοίωνη χροιά. Αλλά προσωπικά εγώ δεν απαντώ έτσι ! Όχι γιατί παραβλέπω την πραγματικότητα – με τους αριθμούς άλλωστε είναι δύσκολα να τα βγάλεις πέρα – ούτε γιατί από τη φύση μου είμαι αισιόδοξος άνθρωπος.
Απλούστατα απαντώ ότι, η ελληνική γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία έχουν και μπορούν να έχουν μέλλον και μάλιστα ευοίωνο. Και είμαι καταφατικός, γιατί κοιτάω ίσως περισσότερο τα λεγόμενα ποιοτικά στοιχεία. Γιατί παντού στην Ελλάδα έχω δει προϊόντα ποιότητας, τόσο λόγω των κλιματολογικών, εδαφολογικών και ποικιλιακών συνθηκών, αλλά και λόγω των ανθρώπων που τα καλλιεργούν και την εν γένει διάρθρωση του αγροτικού μας τομέα.
Φυσικά ο οποιοσδήποτε από εσάς μπορεί να αντιτάξει πλειάδα προβλημάτων και αδυναμιών σε καλλιεργητικές μεθόδους, υποδομές, θεσμικά πλαίσια, επιστημονική υποστήριξη, ερευνητικές προσπάθειες και άλλα πολλά. Όσοι ζούμε σε αυτό τον τόπο και ενδιαφερόμαστε πραγματικά για αυτόν, δεν μπορούμε να τα κρύψουμε, ούτε να τα αποποιηθούμε.
Όμως, αγαπητοί κυρίες και κύριοι, εκεί είναι η προσπάθεια που πρέπει να γίνει και εκεί και πρέπει να δοθεί το ειδικό βάρος, από όσους πιστεύουν - και μεταξύ αυτών συγκαταλέγομαι και εγώ - ότι ο πρωτογενής τομέας μπορεί και πρέπει να αποτελέσει σήμερα εφαλτήριο της χώρας μας για την οικονομική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη.
Όταν ανέλαβα τα καθήκοντα του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δήλωσα - απλοϊκά θα έλεγα - προς κάθε κατεύθυνση ότι θα θεωρήσω τη δραστηριότητά μου στο υπουργείο επιτυχημένη, εάν καταφέρουμε όλοι μαζί όχι απλά να παράγουμε καλά προϊόντα, αλλά και να τα πουλάμε καλά. Γιατί πιστεύω ότι εκεί πάσχουμε.
Και όταν λέω πουλάμε καλά, δεν εννοώ μόνο τις εμπορικές πράξεις και τις τιμές, που και αυτές παίζουν φυσικά καθοριστικό ρόλο, αλλά στο μυαλό μου έχω πάντα τη διασύνδεση του αγροτικού προϊόντος με όλες τις μορφές της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής ζωής. Από παλιά έχει ακουστεί το σύνθημα για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη της υπαίθρου. Πολλοί από αυτούς που το ανέφεραν ίσως δεν είχαν κατά νου ότι, ολοκληρωμένη ανάπτυξη δεν σημαίνει μόνο γεωργία ή κτηνοτροφία, αλλά αφορά ένα ολόκληρο πλέγμα σχέσεων ανάμεσα σε κάθε μορφής καθημερινής δραστηριότητας.
Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε πως ο αγροτικός χώρος της Ελλάδας αποτελεί ένα δυναμικό μωσαϊκό με περιοχές οι οποίες διαφέρουν όσον αφορά στην οικονομική και τομεακή ανάπτυξή τους, στην κοινωνική, δημογραφική τους σύνθεση και στις ικανότητες του ανθρώπινου δυναμικού τους, στην περιβαλλοντική και πολιτισμική αξία τους, καθώς και στην ανθεκτικότητά τους στις κλιματικές αλλαγές.
Άρα το ερώτημα για εμένα δεν είναι εάν ο πρωτογενής τομέας έχει μέλλον. Η απάντηση είναι καταφατική. Το βασικό ερώτημα είναι τι είδους μέλλον. Και εκεί πιστεύω ότι πρέπει να δώσουμε τις απαντήσεις μας. Εάν λοιπόν με ρωτήσετε και εσείς πως βλέπω αυτό το μέλλον, σας απαντώ ευθέως : Με ένα ισχυρό και αειφόρο αγρο-διατροφικό σύστημα και με συνεχείς προσπάθειες αύξησης της προστιθέμενης αξίας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Και τώρα τι κάνουμε, θα ήταν η επόμενη εύλογη ερώτηση. Σας διαβεβαιώνω – παρότι είμαστε σε συνέδριο Ελληνο-Αμερικανικού Επιμελητηρίου – πως δεν χρειάζεται να ξαναανακαλύψουμε την Αμερική ! Κοινός νους, αφομοίωση επιτυχημένων μοντέλων, πρωτοβουλίες με αρχή, μέση και τέλος και όχι μετέωρες, λίγα λόγια και όχι πομφόλυγες, αρκετή δουλειά και προσπάθεια, θεωρώ πως είναι τα μυστικά της επιτυχίας.
Θέλετε ορισμένα πιο ωμά, θα έλεγα, παραδείγματα ; Δεν μπορείς να είσαι κατ΄ εξοχήν ελαιοπαραγωγός και τουριστική χώρα και ακόμα να μην έχεις στο τραπέζι του εστιατορίου και του ξενοδοχείου μη ξαναγεμιζόμενα φιαλίδια ελαιολάδου. Γιατί η Πορτογαλία ανέπτυξε τον κτηνοτροφικό και ελαιοκομικό της τομέα βάζοντας στο κουβέρ μικρά ντόπια τυριά και ελιές ; Γιατί ένα μπουκάλι κρασί να σου κοστίζει ο κούκος αηδόνι στη μαζική εστίαση και γιατί να μην υπάρχουν επώνυμοι ασκοί από κρασιά ονομασίας προέλευσης ; Γιατί να μην ενισχύσουμε και ενθαρρύνουμε ακόμα περισσότερο τις συλλογικές δραστηριότητες των αγροτών μας μέσω των Ομάδων Παραγωγών, όταν βλέπουμε καθημερινά μικρά θαύματα εκεί που η πραγματικά συλλογική δραστηριότητα έχει πετύχει ;
Θα μπορούσαμε ολόκληρο το βράδυ και εσείς και εγώ να αναφέρουμε άπειρα τέτοια μικρά παραδείγματα, που όμως η μεγιστοποίησή τους μπορεί να αποδώσει ιδιαίτερα σημαντικά αποτελέσματα στο ισχυρό αγροτο-διατροφικό μοντέλο και στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας των αγροτικών μας προϊόντων.
Θα μου ήταν εύκολο να σας προδιαγράψω γενικόλογους στόχους και μεγαλεπήβολα σχέδια, όπως ανάπτυξη συστημάτων ποιότητας και πιστοποίησης, επενδύσεις σε μεταποίηση και εμπορία, συζεύξεις οργανώσεων παραγωγών με την τροφική αλυσίδα, καλάθια προϊόντων, υποδομές και άλλα πολλά. Φοβάμαι, όμως, πως με τους γενικόλογους στόχους καμία φορά χάνουμε την ουσία. Το «όλα τα ζήτω και τίποτα δεν έχω», δεν με καλύπτει.
Έτσι, προσωπική μου αντίληψη αναλαμβάνοντας προ δεκαημέρου επικεφαλής της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είναι πως οφείλουμε στηρίξουμε και εάν θέλετε να αγκαλιάσουμε τον κόσμο της υπαίθρου και όλους όσοι δραστηριοποιούνται ενεργά με αυτόν και να βάλουμε μικρά, αλλά στέρεα λιθαράκια στο οικοδόμημα της ελληνικής γεωργίας. Δεν θα γκρεμίσουμε για να ξαναχτίσουμε από την αρχή, ούτε θα αναζητήσουμε τους κήπους της Βαβυλώνας!
Ακόμα πιο απλά: Την ερχόμενη εβδομάδα ξεκινούμε μαζί με τον Αναπληρωτή κ. Κουκουλόπουλο έναν ευρύτατο διάλογο με όλες τους φορείς και τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα. Θα τους ζητήσουμε 3 – αριθμητικά τρείς – προτάσεις με συγκεκριμένα, άμεσα και όχι γενικόλογα μέτρα, που θέλουν να ληφθούν μέσα στο επόμενο πεντάμηνο, με δεδομένο φυσικά το οικονομικό πλαίσιο στο οποίο κινείται σήμερα η χώρα. Παράλληλα, δεν πρόκειται να παραμένουμε όλο το χρονικό διάστημα στην Αθήνα και στο υπουργείο. Θα προσπαθήσουμε να βρεθούμε σε όλες τις περιφέρειες της χώρας να ακούσουμε από κοντά τους ανθρώπους που καθημερινά μοχθούν για το αγροτικό προϊόν, από κάθε θέση και επαγγελματική δραστηριότητα, να πάρουμε και να δώσουμε κατευθύνσεις, να δούμε πρακτικά πως θα αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της νέας ΚΑΠ και φυσικά να αναλάβουμε πολιτικές πρωτοβουλίες που να απαντούν στα καθημερινά προβλήματα.
Τελειώνοντας και πάλι να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας. Nα είστε βέβαιοι ότι θα εξετάσω τα συμπεράσματα του συνεδρίου σας και παράλληλα να σας απευθύνω και τη δική μου πρόσκληση να συνεισφέρετε και εσείς με τις όποιες σας δυνάμεις στην κοινή μας προσπάθεια. Μια προσπάθεια για μια ελληνική γεωργία, κτηνοτροφία και αλιεία όχι απλά με μέλλον, αλλά ως βασικός στυλοβάτης για την ανάπτυξη της πατρίδας μας. Και δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς που να μην το θέλει αυτό.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.