Προδικαστικό ερώτημα C-485/18, Groupe Lactalis
Κανονισμός (ΕΕ) 1169/2011 – Παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές – Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, και άρθρο 26, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ – Υποχρεωτική αναγραφή της χώρας καταγωγής ή του τόπου προελεύσεως των τροφίμων – Παράλειψη που θα μπορούσε να παραπλανήσει τους καταναλωτές – Άρθρο 38, παράγραφος 1 – Θέματα που εναρμονίζονται ειδικά – Άρθρο 39, παράγραφος 2 – Θέσπιση εθνικών μέτρων με τα οποία επιβάλλεται η αναγραφή πρόσθετων υποχρεωτικών ενδείξεων για συγκεκριμένα είδη ή κατηγορίες τροφίμων σχετικά με τη χώρα καταγωγής ή του τόπου προελεύσεως – Προϋποθέσεις – Ύπαρξη αποδεδειγμένης διασύνδεσης μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων του τροφίμου και της καταγωγής ή της προέλευσής του – Έννοια “αποδεδειγμένης διασύνδεσης” και “ιδιοτήτων” – Απόδειξη ότι η πλειονότητα των καταναλωτών προσδίδει ιδιαίτερη αξία στην παροχή αυτής της πληροφορίας – Εθνικό μέτρο που προβλέπει την υποχρεωτική αναγραφή της εθνικής, ευρωπαϊκής ή μη ευρωπαϊκής καταγωγής του γάλακτος
Με το προδικαστικό ερώτημα C-485/18, το Conseil d’État (Γαλλία) έθεσε ζητήματα σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 26, 38 και 39 του κανονισμού (ΕΕ) 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές. Ειδικότερα, τέθηκε το ζήτημα εάν, το άρθρο 26 του κανονισμού 1169/2011 έχει την έννοια ότι η υποχρεωτική αναγραφή της χώρας καταγωγής ή του τόπου προελεύσεως του γάλακτος και του γάλακτος που χρησιμοποιείται ως συστατικό πρέπει να θεωρείται «θέμα που εναρμονίζεται ειδικά» από τον κανονισμό αυτόν, κατά την έννοια του άρθρου του 38, παράγραφος 1, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, αν έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν μέτρα με τα οποία επιβάλλεται η αναγραφή πρόσθετων υποχρεωτικών ενδείξεων, βάσει του άρθρου 39 του εν λόγω κανονισμού. Περαιτέρω, το εθνικό δικαστήριο ζήτησε να διευκρινιστεί αν το άρθρο 39 του εν λόγω κανονισμού έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση εθνικών μέτρων που δικαιολογούνται, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, από λόγους που αφορούν την προστασία των καταναλωτών, οι δύο απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου, ήτοι, αφενός, η ύπαρξη «αποδεδειγμένης διασύνδεσης μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων του τροφίμου και της καταγωγής ή της προέλευσής του», και, αφετέρου, η «απόδειξη ότι η πλειονότητα των καταναλωτών προσδίδει ιδιαίτερη αξία στην παροχή αυτής της πληροφορίας», πρέπει να ερμηνεύονται συνδυαστικώς και αν, επομένως, η ύπαρξη αυτής της αποδεδειγμένης διασυνδέσεως να δύναται να εκτιμηθεί αποκλειστικώς βάσει υποκειμενικών στοιχείων τα οποία αφορούν την αξία που δύνανται να προσδώσουν οι καταναλωτές στην πλειονότητά τους στη σχέση μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων ενός τροφίμου και της καταγωγής ή της προέλευσής του. Τέλος, το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε ερώτημα σχετικά με το αν ο άρθρο 39, παράγραφος 2, του ως άνω κανονισμού έχει την έννοια ότι ο όρος «ιδιότητες του τροφίμου» περιλαμβάνει την ανθεκτικότητα ενός τροφίμου στη μεταφορά και στους κινδύνους αλλοιώσεως κατά τη διαδρομή, με αποτέλεσμα το χαρακτηριστικό αυτό γνώρισμα να δύναται να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί η ύπαρξη ενδεχόμενης «αποδεδειγμένης διασύνδεσης μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων του τροφίμου και της καταγωγής ή της προελεύσεώς του», για την οποία γίνεται λόγος στην εν λόγω διάταξη.
Με απόφασή του της 1ης Οκτωβρίου 2020 (EU:C:2020:763) το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι :
«Το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, …, έχει την έννοια ότι η υποχρεωτική ένδειξη της χώρας καταγωγής ή του τόπου προελεύσεως του γάλακτος και του γάλακτος που χρησιμοποιείται ως συστατικό πρέπει να θεωρείται «θέμα που εναρμονίζεται ειδικά» από τον κανονισμό αυτόν, κατά την έννοια του άρθρου 38, παράγραφος 1 αυτού, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η παράλειψη της εν λόγω ενδείξεως θα μπορούσε να παραπλανήσει τους καταναλωτές, και ότι δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν μέτρα με τα οποία επιβάλλεται η αναγραφή πρόσθετων υποχρεωτικών ενδείξεων, βάσει του άρθρου 39 του ως άνω κανονισμού, υπό την προϋπόθεση αφενός, αυτές να συνάδουν προς τον σκοπό τον οποίον επιδιώκει ο νομοθέτης Ένωσης μέσω της ειδικής εναρμονίσεως της υποχρεωτικής ενδείξεως της χώρας καταγωγής ή του τόπου προελεύσεως, και αφετέρου, να συγκροτούν ένα συνεκτικό σύνολο με τη συγκεκριμένη ένδειξη.
-Το άρθρο 39 του κανονισμού 1169/2011 έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση εθνικών μέτρων που δικαιολογούνται, βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, από λόγους που αφορούν την προστασία των καταναλωτών, οι δύο απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου, ήτοι, αφενός, η ύπαρξη «αποδεδειγμένης διασύνδεσης μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων του τροφίμου και της καταγωγής ή της προέλευσής του», και, αφετέρου, η «απόδειξη ότι η πλειονότητα των καταναλωτών προσδίδει ιδιαίτερη αξία στην παροχή αυτής της πληροφορίας», δεν πρέπει να ερμηνεύονται συνδυαστικώς και, επομένως, η ύπαρξη αυτής της αποδεδειγμένης διασυνδέσεως δεν δύναται να εκτιμηθεί αποκλειστικώς βάσει υποκειμενικών στοιχείων τα οποία αφορούν την αξία που δύνανται να προσδώσουν οι καταναλωτές στην πλειονότητά τους στη σχέση μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων ενός τροφίμου και της καταγωγής ή της προέλευσής του.
-Το άρθρο 39 παράγραφος 2, του κανονισμού 1169/2011 έχει την έννοια ότι ο όρος «ιδιότητες του τροφίμου» δεν περιλαμβάνει την ανθεκτικότητα ενός τροφίμου στη μεταφορά και στους κινδύνους αλλοιώσεως κατά τη διαδρομή, με αποτέλεσμα το χαρακτηριστικό αυτό γνώρισμα να μην μπορεί να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί η ύπαρξη ενδεχόμενης «αποδεδειγμένης διασυνδέσεως μεταξύ ορισμένων ιδιοτήτων του τροφίμου και της καταγωγής ή της προελεύσεώς του», για την οποία γίνεται λόγος στην εν λόγω διάταξη».
Το σύνολο του κειμένου της απόφασης έχει δημοσιευθεί στο δικτυακό χώρο του Δικαστηρίου στην ακόλουθη διεύθυνση : https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=231841&pageIndex=0&doclang=el&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=6154422